“Μια αυτοκτονία που θα μπορούσε να είχε προληφθεί-Ένας θάνατος που θα μπορούσε να αποτραπεί”
Ένας άντρας άνω των 60 ετών έβαλε τέλος στην ζωή του πριν από τρεις ημέρες δια απαγχονισμού. Πληροφορίες από το συγγενικό περιβάλλον του παρουσιάζουν έναν άνθρωπο ο οποίος μερικές εβδομάδες πριν την αυτοχειρία παρουσίασε βαριά καταθλιπτική συμπτωματολογία η οποία δεν έγινε αντιληπτή ούτε από το ίδιο το συγγενικό περιβάλλον αλλά και ούτε και από τους γνωστούς ή το γειτονικό του περίγυρο.
Γνωρίζουμε πως είχε μπει στην διαδικασία να επισκεφτεί επαγγελματία υγείας ο οποίος αξιολογώντας την κατάστασή του, συνέστησε να επισκεφθεί κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας. Ωστόσο η διαδικασία αυτή δεν έλαβε χώρα ποτέ λόγω αναίτιας καθυστέρησης. Συγκεκριμένα, πηγαίνοντας σε υπηρεσία ψυχικής υγείας η ημερομηνία ραντεβού ορίστηκε σε βάθος δεκαπενθημέρου, χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αυτοκτονία.
Τις περισσότερες φορές οι αυτοκαταστροφικοί ασθενείς απευθύνονται σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων για να αναζητήσουν βοήθεια και σε πολλές περιπτώσεις το αίτημα τους δεν σχετίζεται με τον αυτοκτονικό ιδεασμό, την αυτοκαταστροφική συμπεριφορά ή οποιαδήποτε άλλη έκφανση ψυχοπαθολογίας.
Η εκπαίδευση των εργαζομένων στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και μονάδες ψυχικής υγείας ώστε να μπορούν να αναγνωρίσουν έγκαιρα τα σημάδια μιας αυτοκτονικής διεργασίας είναι ένα από τα αποτελεσματικότερα μέτρα πρόληψης της αυτοκτονίας.
Γίνεται κατανοητό, ότι είναι επιβεβλημένο να δίνεται προτεραιότητα σε αυτούς τους ασθενείς ενώ καθίσταται αναγκαία η ενίσχυση της προσβασιμότητας στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Η πεσμένη διάθεση, το αίσθημα ματαιότητας ή μοναξιάς, η συχνή κόπωση, η μειωμένη όρεξη για ύπνο ή φαγητό κ.α. μπορεί να υποδηλώνουν την ύπαρξη παθολογικών χαρακτηριστικών ήπιας έως αυξημένης βαρύτητας μίας «κρυμμένης» συναισθηματικής διαταραχής που δεν γίνεται αντιληπτή λόγω μιας φαινομενικά ψυχικά υγιούς εικόνας που μπορεί να κινητοποιεί ακραίες σκέψεις και εν δυνάμει αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές.
Είναι χρέος μας να μην μένουμε απαθείς και να κρατήσουμε ασφαλείς του ανθρώπους που, υπό το φορτίο του ψυχικού πόνου, αποφασίζουν να βάλουν τέλος της ζωής τους.