57 αυτοκτονίες σε καταστήματα κράτησης & αστυνομικά κρατητήρια τα τελευταία 7 χρόνια
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Αυτοκτονιών του Κέντρου Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας της ΚΛΙΜΑΚΑ έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 57 αυτοκτονίες σε καταστήματα κράτησης και αστυνομικά κρατητήρια της χώρας κατά το διάστημα 2015 – 2022. Ετησίως, κατά μέσο όρο, 8 κρατούμενοι αυτοκτονούν ενώ είναι σημαντικό να αναφερθεί πως ο συνολικός αριθμός των θανάτων παρουσιάζει αυξητική τάση από το 2017 και έπειτα το οποίο αυτόματα μεταφράζεται σε σοβαρό οικονομικό και ανθρώπινο κόστος όπως και υπογραμμίζει τις αμέλειες του σωφρονιστικού συστήματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία αυτά δεν αντικατοπτρίζουν σε καμιά περίπτωση την συνολική διάσταση του ζητήματος καθώς πολλά περιστατικά αυτοκτονιών εντός των καταστημάτων κράτησης δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας ενώ ο συνολικός αριθμός δεν περιλαμβάνει τις πολυάριθμες απόπειρες αυτοκτονίας και τους αυτοτραυματισμούς κρατουμένων.
Οι κρατούμενοι, ως πληθυσμιακή ομάδα, έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αυτοκτονήσουν ή να προβούν σε κάποια αυτοκαταστροφική συμπεριφορά (π.χ. να αυτοτραυματιστούν) σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Ο δείκτης των αυτοκτονιών στη φυλακή είναι από τέσσερις έως και έντεκα φορές υψηλότερος από τον αντίστοιχο στον γενικό πληθυσμό. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι αυτόχειρες σε αστυνομικά κρατητήρια είναι νέοι άνδρες (20-25 ετών), άγαμοι, όχι κατά συρροή παραβάτες, οι οποίοι έχουν συλληφθεί για αδικήματα ήσσονος σημασίας. Συνήθως αυτοκτονούν μέσα σε λίγες ώρες από τη σύλληψή τους (λόγω του αιφνίδιου εγκλεισμού, της έλλειψης πληροφοριών, του σοκ του εγκλεισμού, της αβεβαιότητας για το μέλλον) ενώ εντός των καταστημάτων κράτησης, αυτοί που αυτοκτονούν περισσότερο είναι άντρες μεγαλύτερης ηλικίας (30 – 35 ετών) , συνήθως βίαιοι παραβάτες, που προβαίνουν στον θάνατο έπειτα από 4 – 5 χρόνια υπό κράτηση.
Για την Ελλάδα, σύμφωνα με τα δεδομένα του Παρατηρητηρίου Αυτοκτονιών της ΚΛΙΜΑΚΑ, την πλειοψηφία των αυτοχείρων σε καταστήματα κράτησης και αστυνομικά κρατητήρια αποτελούν άντρες ηλικίας 35 -39 ετών. Η πιο συχνή μέθοδος αποτελεί ο απαγχονισμός με τη χρήση εργαλείων όπως σεντόνια, κορδόνια, κουβέρτες, ζώνες τα οποία προσδένουν σε μία καρέκλα, σκαμνί ή ένα σημείο δεσμού (π.χ. ένας σωλήνας). Η επόμενη πιο συχνή μέθοδος αποτελεί ο αυτοτραυματισμός ο οποίος αποτελεί και η συχνότερη αυτοκαταστροφική συμπεριφορά εντός της συγκεκριμένης ομάδας του πληθυσμού ανεξάρτητα από την ύπαρξη πρότερης πρόθεσης για αυτοκτονία.
Το 90-95% των αυτοκτονιών εκδηλώνονται στο πλαίσιο κάποιας ψυχικής διαταραχής και ο επιπολασμός των ψυχικών διαταραχών είναι υψηλός εντός των καταστημάτων. Ένα μεγάλο ποσοστό των κρατουμένων νοσεί ψυχικά καθώς η πλειοψηφία των περιπτώσεων πάσχει από κάποια ψυχιατρική ασθένεια, η οποία πολλές φορές προϋπάρχει της φυλάκισης του ατόμου, ενώ τα βιώματα προηγούμενων τραυματικών εμπειριών και στρεσογόνων γεγονότων ζωής των ατόμων αυξάνουν την ευαλωτότητα τους στον κίνδυνο της αυτοκτονίας πολύ πριν την φυλάκισή τους. Επιπλέον, παράγοντες κινδύνου που συνδέονται αποκλειστικά με τα καταστήματα κράτησης όπως ο εγκλεισμός, η φυσική και κοινωνική απομόνωση, ή η έκθεση σε βίαια γεγονότα κ.α. αυξάνουν κατακόρυφα τον κίνδυνο της αυτοκτονίας και μπορούν αποτελέσουν παράγοντες πυροδότησης μιας τέτοιας διεργασίας.
Από την άλλη μεριά, το σωφρονιστικό προσωπικό που έρχεται συνεχόμενα σε επαφή με κρατούμενους και πολύ συχνά εκτελεί και χρέη ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, δεν διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις για την αναγνώριση και αντιμετώπιση ψυχικά ασθενών και αυτοκτονικών ατόμων. Το περιβάλλον των καταστημάτων έτσι όπως είναι διαμορφωμένο και στελεχωμένο δεν μπορεί να έχει θεραπευτικές ιδιότητες για τα άτομα αυτά. Άτομα σε κρίση με ενεργό αυτοκτονικό ιδεασμό και κρατούμενοι/-ες με ενεργό ψυχοπαθολογία έχουν άμεση πρόσβαση σε ξυράφια, καλώδια, χλωρίνες κλπ. Επιπρόσθετα, και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι εντός των καταστημάτων κράτησης αντιμετωπίζουν και οι ίδιοι αυξημένο κίνδυνο να αυτοκτονήσουν λόγω των δυσμενών συνθηκών εργασίας όπως και της συνεχούς έκθεσης σε βίαια γεγονότα.
Ως εκ τούτου, παρεμβάσεις πρόληψης της αυτοκτονίας εντός των καταστημάτων κράτησης και αστυνομικών κρατητηρίων είναι απαραίτητες όχι μόνο για τον κρατούμενο πληθυσμό και την προστασία αυτού, αλλά και για το ίδιο το προσωπικό εργασίας εντός των δομών αυτών. Σε αυτό το πλαίσιο, παγκοσμίως, υπάρχει μία συνεχής αναζήτηση και εφαρμογή μέτρων για την πρόληψη των αυτοκτονιών στα σωφρονιστικά καταστήματα. Οι παρεμβάσεις αφορούν την κατάλληλη αξιολόγηση και διαχείριση του αυτοκτονικού κινδύνου καθώς και παρεμβάσεις που εστιάζουν σε κρατούμενους που ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου για αυτοκτονία και στοχεύουν στην τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου (π.χ. στην αντιμετώπιση της ψυχικής ασθένειας) ή την ενίσχυση των προστατευτικών παραγόντων του ατόμου (π.χ. καλές σχέσεις με συγκρατούμενους, ύπαρξη υποστηρικτικού δικτύου εκτός φυλακής).
Το Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας έχει επισημάνει αρκετές φορές κάποιες από τις παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να αποβούν καίριες για την προστασία του ευάλωτου πληθυσμού των φυλακών κάποιες από τις οποίες είναι:
Η διασφάλιση ενός ασφαλούς περιβάλλοντος εντός των καταστημάτων κράτησης καθώς και των αστυνομικών κρατητηρίων
Ο σχεδιασμός κελιών χωρίς προεξοχές ή με ειδικά μονωμένα παράθυρα, κατά τρόπο που δε θα επέτρεπαν το δέσιμο μηχανισμών απαγχονισμού, θα βοηθούσε ιδιαίτερα στη μείωση των αυτοκτονιών, ωστόσο στην πράξη ένα τέτοιο σχέδιο θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί. Ωστόσο, με ένα χαμηλού επιπέδου σχεδιασμό θα μπορούσε δραστικά να μειωθεί ο αριθμός των προφανών σημείων δεσμού ιμάντων. Επίσης, οι δίοδοι εξαερισμού θα πρέπει να έχουν μικρές τρύπες που να μην επιτρέπουν το δέσιμο σε αυτές υφασμάτων και να χρησιμοποιούνται στρώματα τα οποία δεν μπορούν να αποκολληθούν από το πάτωμα αντί για τη στήριξη αυτών σε ξύλινες τάβλες. Οι φυλακές της Ουαλίας, έχουν εγκαταστήσει συστήματα θέρμανσης των οποίων οι σωλήνες βρίσκονται κάτω από το δάπεδο και τα αιχμηρά σημεία και οι γωνίες των κελιών είναι επενδεδυμένα με ρητίνη. Ο περιορισμός της πρόσβασης στα θανατηφόρα μέσα σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία αποτελεί μία από τις πιο ισχυρές στρατηγικές πρόληψης της αυτοκτονίας
Η εκπαίδευση των σωφρονιστικών υπαλλήλων καθώς και του αστυνομικού προσωπικού στην αναγνώριση των κρατουμένων που βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο να αυτοκτονήσουν
H δημιουργία και εφαρμογή ενιαίων πρωτοκόλλων παρέμβασης και πρόληψης της αυτοκτονίας εντός των καταστημάτων κράτησης και των αστυνομικών κρατητηρίων αποτελούν την βάση για την ορθή διοικητική και κλινική διαχείριση του ζητήματος. Η εκπαίδευση του αστυνομικού προσωπικού στην αναγνώριση αυτοκαταστροφικών κρατουμένων δύναται να αποτελέσει έναν ιδιαιτέρως αποτελεσματικό μηχανισμό στην αποτροπή αυτοκτονιών του συγκεκριμένου πληθυσμού καθώς οι εργαζόμενοι σε αυτά τα πλαίσια είναι εκείνοι που έρχονται άμεσα σε επαφή με το περιβάλλον της φυλακής.
Η εφαρμογή ενός προγράμματος πρόληψης της αυτοκτονίας απαιτεί την δυνατότητα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ του προσωπικού των καταστημάτων αλλά και μεταξύ διαφορετικών σε περιπτώσεις μεταγωγών. Ένα ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης πληροφοριών μπορεί να ενσωματώσει δεδομένα που αφορούν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης του αυτοκτονικού κινδύνου, τις παρεμβάσεις που έγιναν, την ψυχιατρική αξιολόγηση, το ιατρικό ιστορικό κ.α. Σε ένα τέτοιο σύστημα κάθε μέλος του προσωπικού θα μπορούσε να έχει πρόσβαση σε ορισμένες πληροφορίες, ανάλογα με την ειδικότητά του οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν προς όφελος της προστασίας της ζωής των ευάλωτων κρατούμενων. Επιπλέον, η δημιουργία διαύλου επικοινωνίας μεταξύ των κρατουμένων και των εργαζομένων παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της αυτοκτονίας.
Θεσμοθέτηση ενός συστήματος ολοκληρωμένης και συνεχούς ψυχιατρικής και ψυχολογικής αξιολόγησης των κρατουμένων
Μία πάγια πρακτική παρέμβασης της πρόληψης της αυτοκτονίας αποτελεί η συνεχής αξιολόγηση του αυτοκτονικού κινδύνου και της ψυχικής κατάστασης ευάλωτων ατόμων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της αυτοκτονίας. Η θεσμοθέτηση αξιολόγησης της ψυχικής υγείας των ατόμων την στιγμή της σύλληψής τους, πριν και κατά την διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης τους αλλά και κατά την είσοδο, παραμονή και έξοδο τους από την φυλακή μπορεί να αποτρέψει ένα μεγάλο μέρος αυτών των πρόωρων θανάτων. Επιπρόσθετα, η ψυχιατρική και ψυχολογική αξιολόγηση των εργαζόμενων σε τέτοια επαγγέλματα κατά την πρόσληψη και κατά την διάρκεια της υπηρεσίας τους θα ήταν αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί ότι διαθέτουν έναν ικανοποιητικό βαθμό ψυχικής σταθερότητας και ανθεκτικότητας το οποίο καθίσταται απαραίτητο για την διασφάλιση της ψυχικής τους υγείας.
Τέλος,
Η διαχείριση του υπερπληθυσμού κρατουμένων στα καταστήματα κράτησης και τα αστυνομικά κρατητήρια θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο της αυτοκτονίας στους ευάλωτους κρατούμενου
Δεδομένου του μεγάλου αριθμού κρατουμένων σε καταστήματα κράτησης και τα αστυνομικά κρατητήρια, ο συνωστισμός αυτών συνιστά αυξητικό παράγοντα αυτοκτονικότητας ενώ παράλληλα δυσχεραίνει την επίβλεψη των κρατουμένων. Ο υπερπληθυσμός δημιουργεί μια σειρά από ελλείψεις που αυξάνουν το στρες του εγκλεισμού και επιβαρύνουν την ψυχική υγεία των κρατούμενων. Σε περιπτώσεις όπου ένας κρατούμενος εμφανίζει σημεία αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς, η επίβλεψη πρέπει να είναι συνεχής κάτι που καθιστά αναγκαία την αντιμετώπιση του ανωτέρου ζητήματος.