Αυτοκτονικότητα σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και επαγγελματίες υγείας
Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί ένα σύνδρομο το οποίο επιφέρει σημαντική επιβάρυνση στους ανθρώπους που πάσχουν καθώς συνοδεύεται από σημαντικές αλλαγές στην καθημερινότητα τους δυσχαιρένοντας την ποιότητα ζωής τους ( συγκεκριμένος τρόπος ζωής, συνεχής υπογλυκαιμικός έλεγχος, ανησυχία για επιπλοκές της νόσου κ.α.).
Οι άνθρωποι που ζουν με τον διαβήτη και ειδικότερα του τύπου 1 αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο αυτοκτονίας σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό ενώ υπάρχει ανεπαρκής καταγραφή των περιστατικών αυτοκτονίας της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας λόγω της δυσκολίας να διαπιστωθεί ή πρότερη ύπαρξη πρόθεσης αυτοκτονίας σε θανάτους που προκλήθηκαν με υπερβολική δόση ινσουλίνης. Επιπλέον, δεν υπάρχουν καθόλου καταγραφές σχετικά με τις συχνές απόπειρες αυτοκτονίας με την συγκεκριμένη μέθοδο οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν ως τυχαία υπογλυκαιμία ή κετοξέωση.
Οι διαβητικοί ασθενείς, ακόμη, αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν κατάθλιψη (είτε ως μοναδικό επεισόδιο είτε υποτροπιάζοντα επεισόδια) καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής τους. Εκτιμάται ότι το 2.25% των διαβητικών ασθενών θα παρουσιάσει καταθλιπτική συμπτωματολογία η οποία αποτελεί ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες κινδύνου για αυτοκτονία. Παράγοντες όπως η ηλικία (αυξημένος κίνδυνος ιδιαίτερα σε εφήβους και ηλικιωμένους), το φύλο (οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να επιλέξουν την συγκεκριμένη μέθοδο) και το οικογενειακό ιστορικό αυτοκτονίας μπορούν να αυξήσουν επιπρόσθετα τις πιθανότητες απόπειρας αυτοκτονίας στους διαβητικούς ασθενείς.
Υπολογίζεται ότι 463 εκατομμύρια άνθρωποι ( περίπου δηλαδή το 9.3 % του παγκόσμιου πληθυσμού πάσχει αυτήν την στιγμή από σακχαρώδη διαβήτη ενώ εκτιμάται ότι αυτό το ποσοστό θα αυξηθεί ως το 2030 στο 10, 2%. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, εκτιμάται ότι αριθμός των διαβητικών ασθενών, βάσει της επίσημης καταγραφής του 2011, ανέρχεται περίπου στο 1 εκατομμύριο, ποσοστό αρκετά υψηλό εάν αναλογιστεί κανείς ότι το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας δυνητικά αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της αυτοκτονίας.
Η ψυχολογική και ψυχιατρική εκτίμηση των ασθενών με διαβήτη καθώς και εκείνων με χρόνιες σωματικές ασθένειες που απευθύνονται στην πρωτοβάθμια φροντίδα καθώς και σε επαγγελματίες υγείας οφείλουν να αποτελούν μέρος μιας ολοκληρωμένης φροντίδας προς τους ασθενείς ειδικά εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το o αυτοκτονικός κίνδυνος είναι ιδιαίτερα αυξημένος σε χρόνιες και επίπονες καταστάσεις (όπως στην περίπτωση μιας σωματικής ασθένειας) που δυσχεραίνουν την ζωή των ατόμων.
Ας μην ξεχνάμε ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 45% των ατόμων που αυτοκτονούν έχουν επισκεφθεί έναν επαγγελματία υγείας μέσα σε έναν χρόνο πριν από τον θάνατο και πολλές φορές το αίτημά τους δεν σχετίζονταν με την αυτοκτονία.
Για αυτόν τον σκοπό, οι επαγγελματίες υγείας ενθαρρύνονται να ρωτάνε άμεσα τους διαβητικούς ασθενείς σχετικά με την ύπαρξη αυτοκτονικών σκέψεων. Οι αυτοκαταστροφικοί ασθενείς είναι πιθανό να μην εκφράσουν από μόνοι τους τις σκέψεις τους σχετικά με την αυτοκτονία για αυτό το σκοπό μία απλή ερώτηση μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα να ζητήσουν βοήθεια.
Στο Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας της ΚΛΙΜΑΚΑ πρόκειται να απευθύνει σύντομα επιστολή προς την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία σχετικά με συστάσεις βέλτιστων πρακτικών διερεύνησης αυτοκτονικού ιδεασμού σε ασθενείς με διαβήτη.
Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας
Παρατηρητήριο Αυτοκτονιών, ΚΛΙΜΑΚΑ
Γραμμή Παρέμβασης για την Αυτοκτονία 1018
Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας