Αυτοκτονία 70χρονου στο Γηροκομείο Αθηνών. Θα μπορούσε να έχει προληφθεί;
Η αυτοκτονία του ηλικιωμένου, τροφίμου του Γηροκομείου Αθηνών μας φέρνει για άλλη μια φορά αντιμέτωπους με την απουσία ασφαλών μέτρων και υπηρεσιών στον τομέα της πρόληψης της αυτοκτονίας, πόσο μάλλον σε δομές όπου πρωταρχικό μέλημα καθίσταται η διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Διαχρονικά ο δείκτης αυτοκτονιών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ που κάνει το Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, είναι υψηλότερος στους ηλικιωμένους (άνω των 65) σε σχέση με τα νεότερα άτομα. Ενδεικτικά, οι δείκτες αυτοκτονίας το έτος 2013 ήταν 6,12/100.000 για τους άνω των 65 σε σχέση με 5,65/100.000 για την ομάδα 15 – 64 ετών.
Σε μια ηλικιακή κατηγορία όπου σε παγκόσμιο επίπεδο τα ποσοστά της αυτοκτονίας είναι αυξημένα, η πρόληψη μέτρων και αποτελεσματικών παρεμβάσεων καθίσταται ακόμα πιο αναγκαία και επιτακτική, ενώ η απουσία αυτών αποτελεί απαράδεκτο γεγονός τόσο για την ιατρική και νοσηλευτική κοινότητα όσο και για τους ευρύτερους συντελεστές του συστήματος υγείας και πρόνοιας. Άραγε, πως ένας φιλοξενούμενος γηροκομείου «μπορεί» να διατηρεί καραμπίνα σε ένα χώρο που εν προκειμένω οφείλει να διασφαλίζει τη σωματική και την πνευματική ακεραιότητα των ηλικιωμένων; Υπό ποιες συνθήκες τελικά διαβιούν, ποιες είναι οι παρεχόμενες υπηρεσίες, ποιες είναι οι ευθύνες του νοσηλευτικού και του διοικητικού προσωπικού καθώς και της πολιτείας γενικότερα; Και κατά πόσο τελικά φορείς που υπολειτουργούν μπορούν να προάγουν ένα ασφαλές περιβάλλον διαβίωσης, όταν επιτρέπουν την παρουσία επικίνδυνων μέσων;
Η ΚΛΙΜΑΚΑ επανειλημμένα έχει επισημάνει την αναγκαιότητα λήψης βασικών μέτρων και στρατηγικών χαμηλού κόστους στο πεδίο της πρόληψης της αυτοκτονίας. Αναγνωρίζει ότι η αντιμετώπιση της αυτοκτονίας δεν είναι μιαν απλή διαδικασία, καθώς απαιτεί ένα συνδυασμό ενεργειών και σύνθετων παρεμβάσεων. Εντούτοις, μπορεί να προληφθεί όταν εφαρμόζονται οι κατάλληλες στρατηγικές τόσο σε επίπεδο κοινότητας και δομών, όσο και σε επίπεδο χάραξης πολιτικών παρεμβάσεων. Έρευνες σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες επανειλημμένα καταδεικνύουν ως προστατευτικούς παράγοντες τους δυνατούς κοινωνικούς δεσμούς, την επαφή, την υποστήριξη από την οικογένεια, τα ενεργά ενδιαφέροντα, την περιορισμένη πρόσβαση στα θανατηφόρα μέσα και το αίσθημα σκοπού στη ζωή, ενώ η ύπαρξη ψυχικού πόνου, το αίσθημα αποξένωσης και πλημμελούς φροντίδας, καθώς και η απώλεια ελέγχου, δύναμης και ανεξαρτησίας σαφώς κρούουν των κώδικα του κινδύνου για τους ηλικιωμένους. Δυστυχώς, η ανακοίνωση της αυτοκτονίας σε συνδυασμό με την απουσία βασικών προστατευτικών παραγόντων, θέτει για άλλη μια φορά την πρόληψη της αυτοκτονίας στον πληθυσμό των ηλικιωμένων ως ένα πιεστικό και μείζον θέμα δημόσιας υγείας.